ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: Denim jumpsuit και μπαλαρίνες
 

Παρίσι: Ο Μαιγκρέ μένει ακόμα εδώ

ΚΕΙΜΕΝΟ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΟΥΜΠΛΕΚΑΣ

Το Παρίσι που αντικρίζει ο σημερινός επισκέπτης είναι, όπως όλες οι μητροπόλεις του κόσμου, μια κατασκευή, μια τεράστια τουριστική μηχανή, που συνοψίζει λίγο πολύ το όνειρο του μέσου Αμερικανού για την Ευρώπη: σπουδαία μουσεία, υπέρκομψες λεωφόροι με μπουτίκ υψηλής ραπτικής, επιβλητικά κτίρια του 19ου αιώνα, λογοτεχνικά καφέ με σπιρτόζικα γκαρσόνια, τζαζ μπάντες στα σταυροδρόμια, ρομαντικά φιλιά σε γέφυρες με φόντο το ηλιοβασίλεμα στον Σηκουάνα, εξαιρετική μαγειρική σε πολυτελή εστιατόρια και ο Πύργος του Άιφελ πάντα κάπου στο βάθος.

Όχι πως όλα αυτά δεν έχουν τη γοητεία τους. Αλλά μετά από μια μέρα στον πανζουρλισμό του παριζιάνικου κέντρου, έχοντας ξεποδαριαστεί στο Saint-Germain, πληρώσει 10 ευρώ για έναν καφέ στα Champs Elysées και στριμωχτεί στα στενά του Quartier Latin με όλες τις φυλές της οικουμένης, είναι λογικό να αναρωτηθείτε αν υπάρχουν ακόμη κανονικές γειτονιές σε αυτή την πόλη.


Στον τρίτο όροφο του κτιρίου της Richard-Lenoir 132 «τοποθέτησε» ο Σιμενόν τον τόπο κατοικίας του επιθεωρητή Μαιγκρέ. (Φωτογραφία: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΟΥΜΠΛΕΚΑΣ)

Ίσως ήρθε η ώρα να στραφείτε για βοήθεια σε έναν αρχετυπικό κάτοικο της πόλης, τον επιθεωρητή Μαιγκρέ, που, αν και καθημερινά βρισκόταν στο γραφείο του στην quai des Orfèvres, το βράδυ επέστρεφε στο μικροαστικό καταφύγιο του 11ου Διαμερίσματος, στον αριθμό 132 της οδού Richard-Lenoir, στον τρίτο όροφο. Εκεί όπου η κυρία Μαιγκρέ τον περίμενε υπομονετικά, με τις κατσαρόλες να αχνίζουν και το τραπέζι στρωμένο.

Από τα 75 μυθιστορήματα που έγραψε ο Σιμενόν με ήρωα τον επιθεωρητή Μαιγκρέ –η πρώτη νουβέλα με τίτλο «Pietr-le-Letton» χρονολογείται το 1929– τα 63 διαδραματίζονται στο Παρίσι και τουλάχιστον ένα από αυτά, «Το ακέφαλο πτώμα», στη γειτονιά του επιθεωρητή. Το 11ο Διαμέρισμα υπήρξε για δεκαετίες εργατική συνοικία, με μικρές βιοτεχνίες και εργαστήρια, λαϊκά ξενοδοχεία και ταπεινά μπιστρό, με κατοίκους που είχαν έρθει από τη γαλλική επαρχία, μετανάστες από την Ανατολική Ευρώπη, Εβραίους από την Αλσατία πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και –μεταπολεμικά– Αφρικανούς από το Μαγκρέμπ.

MULTI-CULTI ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ

Η περιοχή, φυσικά, δεν έμεινε αναλλοίωτη στον χρόνο: οι περισσότερες βιοτεχνίες έχουν κλείσει πια, τα ενοίκια έχουν πάρει προ πολλού την ανιούσα, τα εργαστήρια έχουν αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από ατελιέ και χώρους συνάντησης καλλιτεχνών, δημιουργικά γραφεία και διαφημιστικές εταιρίες. Ήδη από το 1994 ο αρχιτέκτονας Jean Nouvel έχει μεταφέρει εδώ την έδρα του γραφείου του. Τα ταπεινά μπιστρό έχουν εξελιχθεί, ως επί το πλείστον, σε bourgeois-bohème μπαρ και fusion εστιατόρια.

Παρ’ όλα αυτά η αίσθηση της γειτονιάς υπάρχει ακόμη και στους δρόμους δεν βλέπεις τουρίστες. Ακούς κυρίως γαλλικά, αναμεμειγμένα με αραβικά, κινεζικά, πολωνικά. Ο χαρακτήρας του κοινωνικού μωσαϊκού έχει διαφορετική σύνθεση τώρα: οι Άραβες έχουν «καταλάβει» τη βορινή πλευρά της Jean Pierre Timbaut, οι Κινέζοι τη rue de Belleville, ενώ στη rue Maure συναντάς τζαμαϊκανά εστιατόρια, αιθιοπικά κομμωτήρια, εβραϊκά βιβλιοπωλεία, τουρκικά ραφτάδικα, αραβικά καφενεία. Το καθολικό σχολείο δεν είναι μακριά από την εβραϊκή συναγωγή και το τζαμί.


Το ιστορικό Hôtel du Nord λειτουργεί σήμερα ως εστιατόριο και καφέ. (Φωτογραφία: AFP/ VISUALHELLAS.GR)

Όλοι φαίνεται να συνυπάρχουν στο όνομα της γαλλικής δημοκρατίας, διατηρούν τις αποστάσεις τους χωρίς να ενσωματώνονται αλλά και χωρίς να κάνουν ιδιαίτερο θέμα τις διαφορές τους. Καθόλου τυχαία, αυτή ήταν η γειτονιά που επέλεξαν οι ισλαμιστές τρομοκράτες για τις θανατηφόρες επιθέσεις τον Νοέμβριο του 2015 στο Bataclan και στο καφέ La Bonne Bierre. Ίσως επειδή αντιπροσωπεύει όχι μόνο μια κουλτούρα κοινωνικής ανεκτικότητας –που οι φανατικοί απεχθάνονται–, αλλά και μια χρήση του δημόσιου χώρου που τους προσβάλλει.

Ο επιθεωρητής Μαιγκρέ ήταν επίσης εσωτερικός μετανάστης: ένας μικροαστός επαρχιώτης που ήρθε στο Παρίσι και δεν αισθάνθηκε ποτέ άνετα στα μεγάλα βουλεβάρτα, ένας flaneur που κάθεται φαινομενικά αδρανής και καπνίζει την πίπα του στα καφέ, που περιφρονεί τις επιστημονικές μεθόδους και τις σχοινοτενείς αναλύσεις. Ενσωματώνεται κατά κάποιον τρόπο στο περιβάλλον και οδηγείται στη λύση μέσω της ταύτισης, με όπλο την ενσυναίσθηση. Φαίνεται να πιστεύει πως, αν καθίσει αρκετά σε ένα μέρος, θα γίνει το ίδιο το μέρος και η λύση θα προκύψει από αυτή την ώσμωση.


Στην υπαίθρια αγορά τροφίμων της Richard-Lenoir. (Φωτογραφία: AFP/VISUALHELLAS.GR)

Είναι προτιμότερο οι ταξιδιώτες να ακολουθήσουν τη μέθοδο του επιθεωρητή Μαιγκρέ. Να αφήσουν δηλαδή τους οδηγούς και τα αξιοθέατα, να περιπλανηθούν χωρίς σχέδιο, να ανακατευτούν με τους ντόπιους, να πιουν αποφασιστικά έναν καφέ στις Μικρές Αναποφάσιστες (Les p’tites indécises), στον αριθμό 2 της rue de Τrois-Bornes, και να παρατηρήσουν τους περαστικούς. Με ένα κρουασάν στο χέρι από τον καλύτερο φούρνο της περιοχής, το L’ Utopie, θα κατέβουν στην οδό Richard-Lenoir – αν είναι Τρίτη ή Παρασκευή, οι πάγκοι της υπαίθριας αγοράς τροφίμων θα είναι στημένοι και οι πωλητές στη θέση τους: περπατάς, χαζεύεις και κυρίως δοκιμάζεις.

Προχωράς βορειοδυτικά προς το canal Saint Martin, από όπου ανέσυραν το ακέφαλο πτώμα στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Σιμενόν (1955), κάτι αρκετά σύνηθες για την περιοχή εκείνα τα χρόνια. Σήμερα απολαμβάνεις άφοβα μια μικρή βόλτα με καραβάκι στο κανάλι ή, αν ο καιρός είναι καλός, κάθεσαι στις όχθες για λίγη λιακάδα.

Στην πρώτη από τις γοητευτικές σιδερένιες γέφυρες του καναλιού, η Αμελί της ομώνυμης ταινίας πετούσε πέτρες στο νερό κάνoντας «ψαράκια». Αλλά αυτή δεν ήταν η πρώτη κινηματογραφική εμφάνισή του: το 1934 το συναντάμε στο αριστουργηματικό «L’ Atalante» του Jean Vigo και το 1938 ως σκηνικό για το «Hôtel du Nord» του Marcel Carné – το ξενοδοχείο στο οποίο αναφέρεται το φιλμ είναι ευτυχώς στη θέση του και λειτουργεί, πλήρως ανακαινισμένο, ως καφέ-εστιατόριο.

ΣΤΑΣΕΙΣ ΜΕ ΝΟΗΜΑ

Αν πάλι ο καιρός τα χαλάσει, βρίσκεις καταφύγιο στο Antoine et Lili, για πολυεθνικό shopping, ή στο Artazart, βιβλιοπωλείο ειδικευμένο στο design, στη φωτογραφία και στην αρχιτεκτονική. Και επειδή το ξεφύλλισμα των γαστρονομικών περιοδικών ανοίγει την όρεξη, εκεί κοντά βρίσκεται το La Reine Mer για κάτι ελαφρύ – στρείδια, ας πούμε, και ένα δροσερό ποτήρι Chablis ή, για να είμαστε πιο κοντά στο πνεύμα του Μαιγκρέ, φιλέτα ρέγκας και μπίρα. Πίνεις τον καφέ σου στο Wild and the moon μαζί με κάποιο υγιεινό επιδόρπιο (χωρίς γλουτένη ή ζάχαρη, φυσικά, αλλά εντούτοις νόστιμο) ή στο The hood αν αποφασίσεις να εντρυφήσεις στο πραγματικά χιπστερικό σύμπαν της σημερινής Ευρώπης: fair trade αιθιοπικός καφές καβουρδισμένος στο The Barn του Βερολίνου, πορτογαλέζικη μουσική, Βιετναμέζα μαγείρισσα, αισθητική Μπρούκλιν και πελάτες που δεν σηκώνουν κεφάλι από τα λάπτοπ τους, παρά τις τρυφερές παραινέσεις στον τοίχο τύπου «μιλήστε μεταξύ σας, όχι μέσω Wi-Fi».


Βολτάροντας στην Promenade plantée, την παλιά σιδηροδρομική γραμμή που έχει διαμορφωθεί σε χώρο αστικού περιπάτου. (Φωτογραφία: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΟΥΜΠΛΕΚΑΣ)

Από εδώ και πέρα οι επιλογές εξαρτώνται από τη διάθεση και το κουράγιο του καθενός. Μπορείς να κατευθυνθείς προς τη République και να ακολουθήσεις την Promenade plantée, μια υπερυψωμένη σιδηροδρομική γραμμή που καταργήθηκε το 1969 και έχει διαμορφωθεί σε «πράσινο» αστικό περίπατο 5 χιλιομέτρων. Εναλλακτικά, συνεχίζεις προς το Μarais, στη γοητευτική Place des Vosges, ή κινείσαι ανατολικά προς το νεκροταφείο Père Lachaise, για ένα προσκύνημα στον τάφο του Τζιμ Μόρισον. Mπορείς, τέλος, να παραμείνεις συνεπής στο πνεύμα της περιοχής και να ανηφορίσεις βορειοανατολικά, προς την Belleville.

Εδώ το αραβικό στοιχείο φαίνεται να υποχωρεί έναντι των επιρροών της Άπω Ανατολής. Τα πολυώροφα κινέζικα εστιατόρια οργανώνουν δεξιώσεις γάμων και βαφτίσια, στα πεζοδρόμια αριστερά και δεξιά της rue de Belleville τα μικρά μαγαζάκια με τους τεχνίτες έχουν αντικατασταθεί από κάθε λογής, ασιατικά κυρίως, εστιατόρια. Μια λύση είναι το πάντα πολύβουο Aux Folies, για απεριτίφ και χάζι στον δρόμο, ή το Combat – τα κοκτέιλ εδώ είναι εξαιρετικά, τα συνοδευτικά μεζεδάκια τίμια και οι mixologists δεν έχουν μούσι (επιτέλους!) αλλά είναι δύο ευφρόσυνες δημιουργικές κυρίες.

Όποιος παραμείνει εγκρατής και δεν παραγγείλει δεύτερο ποτό προλαβαίνει την παράσταση στο Cirque d’ Hiver, άλλη μια ευκαιρία για κατάδυση στην παρισινή ιστορία. Ιδρύθηκε το 1852 και, εκτός από την εντυπωσιακή κεντρική σκηνή, προσφέρει χορταστικό πρόγραμμα, κρατώντας ζωντανή την παράδοση του κλασικού τσίρκου.

Σε κάθε περίπτωση, για τη συνέχεια της βραδιάς οι επιλογές για φαγητό δεν είναι και λίγες: το ατμοσφαιρικό νεο-μπιστρό Café Charbon, η γαλλοκορεατική fusion κουζίνα του Pierre Sang in Oberkampf με σταρ-σεφ υπογραφή, το Wen Zhou για φτηνά και χορταστικά κινέζικα ντάμπλινγκ και τέλος το Bidoche, για σοβαρούς κρεατοφάγους, στο πίσω μέρος του ομώνυμου κρεοπωλείου.

Πριν όμως σας πάρει η κατηφόρα, κάντε τον κόπο να φτάσετε μέχρι την αρχή της rue de Belleville. Από εδώ διαγράφεται μικροσκοπική στον ορίζοντα και η γνώριμη φιγούρα του Πύργου του Άιφελ…


To ατμοσφαιρικό νεο-μπιστρό Café Charbon.
ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

TRAVEL: Τελευταία Ενημέρωση

X